Αναζητώντας το Χειροποίητο Τραγούδι…
Της Ειρήνης Μανωλοπούλου
2003 – 2005 Μια περίοδος με μεγάλη κινητικότητα στο χώρο του ελληνικού τραγουδιού, όλοι από τα τηλεοπτικά σόου αναζήτησης ταλέντων, μέχρι και τους ποιο σοβαρούς και καταξιωμένους δημιουργούς και τραγουδιστές του ελληνικού τραγουδιού προβληματίζονται για το μέλλον του ελληνικού τραγουδιού χωρίς κανένας να έχει μια ουσιαστικά καινοτόμα πρόταση. Άλλοι αναζητούν το νέο μέσα από την σύγκλιση των 2 στρατοπέδων του ελληνικού τραγουδιού («έντεχνου» και «εμπορικού») και προσπαθούν να κρατηθούν κάποιες σεζόν ακόμα στην επικαιρότητα, με πολυάριθμες εκπτώσεις και συμβιβασμούς, προσπαθώντας να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα, ρίχνοντας τα όλα, στο ότι ο κόσμος κουράζεται και δεν έχει χρόνο για «δύσκολα» τραγούδια που τον προβληματίζουν. Άλλοι αρκούνται στις επανεκτελέσεις, για πολλοστή φορά, των τραγουδιών των μεγάλων του ρεμπέτικου και του λαϊκού τραγουδιού και άλλοι στην κακή αντιγραφή και αναπαραγωγή ποπ ξένων προτύπων.
Παράλληλα όμως, σε πείσμα των καιρών, ακούσαμε αρκετά καλά τραγούδια που πατάνε γερά στις ρίζες και στην ιστορία του ελληνικού τραγουδιού, τόσο από νέους, όσο και από παλιότερους δημιουργούς που αν και βρήκαν δύσκολά το δρόμο τους προς την δισκογραφία, γιατί οι μεγάλες δισκογραφικές ελάχιστα πια ενδιαφέρονται για την μουσική και πολύ περισσότερο για το μάρκετινγκ και την διαφήμιση. Έτσι λοιπόν, αφήνοντας τις πολυεθνικές να βρουν τρόπους να πολεμήσουν ανεπιτυχώς την πειρατεία και όχι την ένδεια συνθετών, στιχουργών και μουσικών παραγωγών, το καλό τραγούδι οφείλει να βρει άλλα μονοπάτια για να επικοινωνήσει με τον κόσμο, πιο μικρά, πιο δύσβατα και πιο απόμερα από τις μεγάλες λεωφόρους των πολυεθνικών. Γι’ αυτό το λόγο τα τελευταία χρόνια παρατηρούμε με ιδιαίτερη χαρά , την άνθιση, αρκετών μικρών σχεδόν οικογενειακών δισκογραφικών εταιριών, που αν και αρχικά ξεκίνησαν ως μέσο για την έκφραση των μουσικών ανησυχιών των ιδιοκτητών τους πολύ γρήγορα μετατράπηκαν σε χώρους σύμπλευσης μουσικών με ανησυχίες που αφήνοντας στην άκρη το μεγάλο παζάρι των πολυεθνικών, προτίμησαν τις μικρές και χειροποίητες παραγωγές χαρίζοντας μας μερικούς εξαιρετικούς δίσκους.
Μέσα λοιπόν από τις μικρές δισκογραφικές εταιρίες είχαμε 3 προσωπικούς δίσκους με τους οποίους ξανασυναντούμε 3 από τις καλύτερες νέες λαϊκές γυναικείες φωνές: την Λιζέτα Καλημέρη, την Σοφία Παπάζογλου και την Γιώτα Νέγκα. Δίσκοι με ύφος λαϊκό μακριά από το πολυσυλλεκτικό συνοθιλευμμα που επιλέγουν οι περισσότεροι τραγουδιστές μας, δίσκοι ενός συνθέτη ο οποίος τις περισσότερες φορές υπογράφει και τους στίχους όπως έκαναν οι μεγάλοι συνθέτες του ρεμπέτικο.
Ο Πρώτος δίσκος στον οποίο θα ήθελα να αναφερθώ, είναι: «Πέμπτη Απόγευμα» (στίχοι – μουσική: Παναγιώτης Καλαντζόπουλος Τραγούδι: Σοφία Παπάζογλου, Αλέξης Παρχαρίδης, Εταιρία: Cantini). Ο Παναγιώτης Καλαντζόπουλος, συνθέτης κατά κύριο λόγο ορχηστικής μουσικής και μουσικής για εικόνας (Θέατρο, Κινηματογράφο, Διαφήμιση) και δυτικής παιδείας μετά το εξαιρετικό «Με τα μάτια κλειστά» με το οποίο μας γνώρισε την εξαιρετική τραγουδίστρια Γιώτα Νέγκα (στον δίσκο αυτό το «Με τα μάτια κλειστά» ακούγεται με τον Αλέξη Παρχαρίδη σε μια τελείως διαφορετική πιο ρυθμική και έθνικ εκτέλεση), με το δίσκο αυτό έρχεται να μας δείξει ότι μπορεί να γράψει εξαιρετικά, σημερινά λαϊκά τραγούδια. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με το γεγονός ότι ο συνθέτης έχει αρκετά χρόνια να μας δώσει έναν δίσκο αμιγώς με τραγούδια («Για τη συνήθεια του έρωτα» Έλλη Πασπαλά 1997) έρχεται να μας επιβεβαιώσει την εκλεκτικότητα του δημιουργού σε σχέση με το τραγούδι και το ότι δισκογραφεί τραγούδια μόνο όταν έχει πραγματικά κάτι να πει. Τα τραγούδια αυτά αν και λαϊκά τα περισσότερα ως προς την φόρμα τους και με ερωτικό περιεχόμενο , έχουν ένα παιχνιδιάρικο στυλ τόσο μέσα από το παιχνίδι με παρόμοιες και αντίθετες λέξεις (φιλιά – φιλία, ναι - όχι, καλός – κακός) όσο και με τους παρατονισμούς του στίχου σε μερικά σημεία. Ενορχηστρωτικά ο δίσκος έρχεται να μας επιβεβαιώσει ακόμα μια φορά την αγάπη του για την βαλκανική μουσική έχοντας συμπαραστάτες τον Πετρολούκα Χαλκιά τους εξ Φλωρίνης Παντελή Στόικο και Βασίλη Κομματά καθώς και τους εξαιρετικούς κρουστούς Βαγγέλη Καρίπη και Ανδρέα Παππά. Το σημαντικότερο όμως στοιχείο αυτού του δίσκου είναι η ερμηνεία της Σοφία Παπάζογλού που είναι η καλύτερη που καταγράφεται στην μέχρι τώρα πορείας της, με μια πολύ ώριμη, δυναμική και εξωστρεφή ερμηνεία, γίνεται ένα με τα τραγούδια και καταφέρνει για πρώτη φορά δισκογραφικά να περάσει την φωνή της στον κόσμο (Πράγμα που συμβαίνει εδώ και πολλά χρόνια στις ζωντανές της εμφανίσεις της). Τέλος να συμπληρώσω ότι στο δίσκο περιέχεται και μια καινούργια εκτέλεση του παλιότερου τραγουδιού του Καλαντζόπουλου «Να ‘χα δυο Ζωές» σε στίχους Μιχάλη Γκανά που βρίσκει επιτέλους την ιδανική ερμηνεύτριά του.
Ο δεύτερος δίσκος προέρχεται κι αυτός από την οικογενειακή εταιρία του Παναγιώτη Καλαντζόπουλου και της Ευανθίας Ρεμπούτσικα Cantini. «Το Βέλος» (Στίχοι – Μουσική: Βαγγέλη Κορακάκη, τραγούδι: Γιώτα Νέγκα Εταιρία: Cantini). Πρώτος προσωπικός δίσκος για την εξαιρετική λαϊκή τραγουδίστρια Γιώτα Νέγκα, και ο καλύτερος τρόπος να συστήσει την φωνή της στον κόσμο, καθώς ο Βαγγέλης Κορακάκης είναι από τους λίγους δημιουργούς του σήμερα που επιμένουν λαϊκά . Από τις πιο σεμνές παρουσίες στο λαϊκό τραγούδι, απ’ το ορμητήριο του στην Καισαριανή, γράφει με το μπουζούκι του τραγούδια που πατάνε γερά στους λαϊκούς δρόμους του Ρεμπέτικού και του Λαϊκού συνεχίζοντας μια μεγάλη παράδοση λαϊκών δημιουργών(υπογράφει στίχους – μουσική – ενορχήστρωση) αυτή τη φορά με την βοήθεια του Παναγιώτη Καλαντζόπουλου. Τα τραγούδια του αναδύουν ένα άρωμα μιας άλλης εποχής και δένουν απόλυτα με την φωνή της ερμηνεύτριας που ερμηνεύει τα τραγούδια αβίαστα, σαν τρεχούμενο νερό, χωρίς περιττές εξάρσεις και επιδείξεις δεξιοτεχνίας, δείχνοντας μας ότι το πάθος και η συγκίνηση μπορεί να έρθει και μέσα από την λιτότητα και την αφαίρεση. Έτσι με τον δίσκο αυτό δίνει το στίγμα για τον δρόμο που θέλει να ακολουθήσει, και μας κάνει να περιμένουμε τα επόμενα βήματά της. Τέλος η περίπτωση του Κορακάκη μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η νεωτερικότητα στο ελληνικό τραγούδι δεν πρέπει να είναι αυτοσκοπός, αλλά αποτέλεσμα εσωτερικής ανάγκης των δημιουργών (εάν και εφόσον υπάρχει).
Ο Τελευταίος δίσκος έρχεται μετά από μια πολύχρονη ζύμωση του υλικού στο πάλκο, αφού μέχρι να βρει το δρόμο του προς την δισκογραφία ήταν ήδη γνωστός στο κοινό των καλλιτεχνών μέσα από πάρα πολλές παρουσιάσεις σε μουσικές σκηνές. Πρόκειται για το δίσκο «Αφύλαχτη Σκοπιά» (Μουσική: Χρήστος Τσιαμούλης, Στίχοι: Άρης Αποστολόπουλος, Χρήστος Τσιαμούλης, Eλένη Περινού, Λιζέτα Καλημέρη, Ηλίας Κατσούλης, Σοφία Θωμοπούλου, Γιάννης Τσουρούλας, Τραγούδι: Λιζέτα Καλημέρη, Μανώλης Λιδάκης, Εταιρία: Libramusic).
Ο Χρήστος Τσιαμούλης εξαιρετικός σολίστας των παραδοσιακών μας οργάνων και των οργάνων της εγγύς ανατολής με εξαιρετικό ερευνητικό και διδακτικό έργο